Η ναυτική ιστορία της Σαντορίνης ξεκινά πριν από την προϊστορική ηφαιστειακή έκρηξη.
Σαντορινιοί πλοιοκτήτες είχαν το 1813 32 από τα συνολικά 615 ελληνικά εμπορικά πλοία, ενώ περί τα 1850, το νησί καταλαμβάνει μια από τις πρώτες θέσεις στην εμπορική δραστηριότητα, κυρίως με τη Ρωσία, αλλά και τη Γαλλία, την Ιταλία και την Αγγλία. Το ντόπιο κρασί, αλλά και η «θηραϊκή γη» ήταν τα κύρια εξαγωγικά προϊόντα των Θηραίων, που εισήγαγαν πορσελάνη, ξύλο, ασημικά, υφάσματα, βαμβάκι, μετάξι, έπιπλα, αρώματα κά.
Στην οικονομική ανάπτυξη που υπήρξε τον 18ο και 19ο αιώνα στο νησί η ναυτιλία συνέβαλλε ουσιαστικά – κάτι που οφείλετο στην πάταξη της πειρατείας, στις καλές τιμές των προϊόντων που παρήγαγε, στις θηραϊκές παροικίες που ευημερούσαν και στην ύπαρξη της ιστιοφόρου ναυτιλίας, με έδρα τη Θήρα. Τον 18ο αιώνα σημαντικός αριθμός πλοίων έπλεε στο Αιγαίο μεταφέροντας εμπορεύματα. Είναι χαρακτηριστικό, μάλιστα, ότι δικό της πλοίο διέθετε τότε η μονή του Προφήτη Ηλία!
Χάρη στα ιστιοφόρα πλοία μεταφέρονταν περίπου 7.000 τόνοι από το κρασί που παρήγαγε το νησί. Οι ιδιοκτήτες τους ήταν συνήθως οι κυβερνήτες, αλλά και έμποροι. Πουλούσαν τα κρασιά στη Ρωσία για να αγοράσουν σιτάρι το οποίο μεταπωλούσαν στην Τεργέστη και στη Μασσαλία. Από εκεί αγόραζαν άλλα εμπορεύματα που τα μεταπωλούσαν στα Μεσογειακά λιμάνια και στην Ελλάδα.
Το 1842 η Θήρα διέθετε περί τα 150 πλοία, μεγάλα και μικρά –τα οποία όσον αφορά την κατασκευή τους ήταν από τα καλύτερα.
Χάρη στην ανεπτυγμένη ναυτιλία και το εμπόριο είχαν δουλειά τουλάχιστον 1.500 άνθρωποι και ζούσαν τις οικογένειές τους. Παρεπόμενο όλης αυτής της δραστηριότητας ήταν το κτίσιμο πολλών σπιτιών στο νησί, αλλά και εκκλησιών στις οποίες γίνονταν τάματα.
Τα περισσότερα σκαριά (γολέτες, σκούνες, μπρίκια, τρεχαντήρια, δρόμωνες κ.α.) ανήκαν στους εφοπλιστές της Οίας, οι οποίοι πρωτοστατούσαν στον τομέα αυτόν. Η ναυτιλιακή δραστηριότητα στο Αμμούδι και την Αρμένη ήταν πρωτοφανής.
Με την εισαγωγή της ατμοκίνητης ναυτιλίας, οι Θηραίοι εφοπλιστές δεν κατάφεραν να συνεργαστούν μεταξύ τους ώστε να περάσουν εγκαίρως στη νέα εποχή (κάτι που έγινε σε άλλα νησιά της Ελλάδας). Σ’ αυτήν στράφηκαν τελικά μετά τον Α’ παγκόσμιο πόλεμο, αλλά αυτός όσο και ο Β’ παγκόσμιος πόλεμος κατάφεραν καίρια πλήγματα στην εμπορική ναυτιλία της Θήρας. Η ναυτική παράδοση εξακολούθησε να υπάρχει και τον 20ο αιώνα, όχι όμως με τα μεγέθη των δυο προηγούμενων αιώνων.
(Πηγή www.santorini.gr)